Ετικέτες: μύκητες λέυλαντ, ασθένειες δέντρων, συντήρηση κήπου, γεωπόνοι Νότια Προάστια ΜΥΚΗΤΕΣ ΚΩΝΟΦΟΡΩΝ – Η ΒΑΣΙΚΗ ΑΙΤΙΑ ΞΗΡΑΝΣΗΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΚΩΝΟΦΟΡΩΝ
(παρατηρείται αυξημένη ένταση της προσβολής και καταστροφή κωνοφόρων σε περιοχές, όπου συνδυάζονται υψηλές θερμοκρασίες με αυξημένη υγρασία)
ΓΕΝΙΚΑ
Οι ξηράνσεις των κωνοφόρων που παρατηρούνται σε μεγάλο βαθμό στη χώρα μας οφείλονται κατά κύριο λόγο στη δράση μυκήτων, οι οποίοι προσβάλλουν τα κωνοφόρα, και οδηγούν στην καταστροφή τους. Ανάμεσα σε αυτούς τους μύκητες οι σημαντικότεροι είναι οι: Seiridium unicorne, Botryosphaeria dothidea, Cercosporidium sequoiae, Phytophthora cinnamomi, Phomopsis juniperovora και Heterobasidion annosum.
Πιο ευαίσθητα σε προσβολή είναι τα είδη των κωνοφόρων που εισάγονται από άλλες χώρες(ή που εξάγονται προς άλλες χώρες, πχ Αμερική) και πολύ λιγότερο τα ενδημικά είδη. Παράλληλα όμως με την εισαγωγή δέντρων από άλλες χώρες, εισάγονται και είδη μυκήτων, τα οποία δεν υπήρχαν πιο πριν εδώ. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την εξάπλωση αυτών των μυκήτων και τη μόλυνση των ενδημικών ειδών κωνοφόρων, τα οποία όμως μη έχοντας αναπτύξει αμυντικούς μηχανισμούς(μέσω της εξελικτικής διαδικασίας) προς τα συγκεκριμένα είδη μυκήτων, καθίστανται αυτομάτως ευάλωτα.
Στην κατηγορία των κωνοφόρων ανήκουν τα: πεύκο, κυπαρίσσι, τούγια, λέυλαντ, γκολντ-κρεστ(λεμονοκυπάρισσος), έλατο, ταξός, γιουνίπερος, αροκάρια, κέδρος.
ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΕΞΑΠΛΩΣΗ ΤΗΣ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ
Οι μύκητες είναι ένα από τα πιο εύκολα διαδιδόμενα είδη(με 1ο τους ιούς), κάτι που οφείλεται στον τρόπο πολλαπλασιασμού και εξάπλωσής τους.
Όσον αφορά τον τρόπο πολλαπλασιασμού τους, αυτός μπορεί να γίνει είτε μέσω σπορίων που παράγονται από τους μύκητες(εγγενής τρόπος πολλαπλασιασμού) , είτε μέσω οποιουδήποτε μικρού τμήματος του σώματος(θαλλού) των μυκήτων(αγενής τρόπος πολλαπλασιασμού).
Η εξάπλωσή τους μπορεί να γίνει μέσω ζωντανών οργανισμών που μεταφέρουν άθελά τους σπόρια των μυκήτων, μέσω μολυσμένων εργαλείων/μηχανημάτων(πχ κλαδευτήρια, τσάπες) , μέσω του νερού επί&εντός του εδάφους ή ακόμα και μέσω του αέρα.
Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι η μετάδοση&εξάπλωση της ασθένειας από τα μολυσμένα στα υγιή δέντρα είναι πολύ εύκολη.
Επιπλέον, κάποιοι από του μύκητες που προσβάλλουν τα κωνοφόρα δύνανται να προσβάλουν και άλλα είδη δέντρων(πχ πυρηνόκαρπα), όπως πχ ο μύκητας Phytophthora cinnamomi , καθιστώντας τους έτσι ιδιαίτερα επικίνδυνους τόσο για καλλωπιστικούς κήπους, όσο και για αγροτικές περιοχές.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
Τα συμπτώματα της προσβολής από τους μύκητες στα κωνοφόρα δέντρα, ειδικά στα αρχικά στάδια της προσβολής, ποικίλλουν και μπορεί πολύ εύκολα να παρερμηνευθούν και να ταυτισθούν με παρόμοια που οφείλονται σε προσβολές από έντομα, έλλειψη νερού, σκίαση των δέντρων, τροφοπενίες (έλλειψη θρεπτικών συστατικών), αλατότητα του νερού άρδευσης, τοξικότητες κλπ.
Ενδεικτικά αναφέρεται η ελαφριά αλλαγή στο χρώμα των φύλλων από σκούρο/έντονο πράσινο σε πιο ανοιχτού χρώματος/μουντό(ανάλογα με το είδος του κωνοφόρου), κάτι που μπορεί να συμβαίνει είτε σε μεμονωμένους κλάδους, είτε σε ολόκληρο το δέντρο. Αυτό γίνεται εύκολα αντιληπτό μόνο από έμπειρο μάτι, καθώς η αλλαγή που συμβαίνει είναι πολύ μικρή.
Στη συνέχεια, και όσο προχωρά η ασθένεια, παρατηρούνται κιτρινίσματα ή/και ξηράνσεις φυλλαρίων, με παράλληλη έναρξη έκκρισης ρητίνης/κόμμεως σε κλαδίσκους.
Στα επόμενα στάδια της ασθένειας τα συμπτώματα γίνονται πιο έντονα και πολύ εμφανή, με πολύ έντονα κιτρινίσματα και ξηράνσεις ολόκληρων κλάδων, ενώ η έκκριση ρητίνης/κόμμεως αυξάνεται κατά πολύ και παρατηρείται πλέον και στον κεντρικό κορμό, από σχισίματα του κορμού που δημιουργούνται σε διάφορα σημεία.
Σε όλα τα παραπάνω στάδια, ο μύκητας(ή οι μύκητες) που έχει προσβάλλει το δέντρο, κινείται ανοδικά εσωτερικά του δέντρου, φράσσοντας και νεκρώνοντας τις ηθμαγγειώδεις δεσμίδες(«τα αγγεία του δέντρου»), εμποδίζοντας την κίνηση του νερού&των θρεπτικών συστατικών εντός του δέντρου.
Τα συμπτώματα είναι λιγότερο εμφανή και προχωρούν με πολύ πιο αργό ρυθμό στα ενδημικά είδη κωνοφόρων και στα μικρότερης ηλικίας δέντρα. Τα τελευταία είναι πιο ανθεκτικά, αλλά όσο μεγαλώνουν σε ηλικία, χάνουν την ανθεκτικότητά τους σε ασθένειες και προσβολές (κάτι που άλλωστε ισχύει και με κάθε ζωντανό οργανισμό).